Την προηγούμενη Τρίτη, το Τμήμα ευρείας σύνθεσης του ΕΔΔΑ εξέδωσε μια σημαντική απόφαση, από αυτές που επιβεβαιώνουν τη σημασία αυτού του δικαστηρίου στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Η υπόθεση αφορά το ακανθώδες ζήτημα της σύλληψης αλλοδαπών απο τις ιταλικές αρχές στην ανοιχτή θάλασσα και την άμεση επαναπροώθησή τους στη Λιβύη, βάσει διακρατικής συμφωνίας που ειχε συνάψει η Ιταλία με τη Λιβύη. Το ενδιαφέρον της απόφασης εντοπίζεται τόσο στα νομικά προβλήματα στα οποία το ΕΔΔΑ κλήθηκε για πρώτη φορά να απαντήσει όσο και στις επιπτώσεις της στις πολιτικές διαχείρισης από τα ευρωπαϊκά κράτη των μεταναστευτικών κυμάτων, τα οποία βρίσκουν ολοένα και περισσότερο πρόσβαση στην Ευρώπη μέσω της θαλάσσιας οδού.
Τον Μάιο του 2009 μια ομάδα διακοσίων ατόμων, κυρίως από τη Σομαλία και την Ερυθραία (όχι τη Νέα Ερυθραία), επιβιβάσθηκαν σε ένα πλοιάριο προκειμένου να περάσουν από τη Λιβύη στις ιταλικές ακτές. Για κακή τους τύχη, στα ανοιχτά της νήσου Λαμπεντούζα το σαπιοκάραβο έγινε αντιληπτό από το ιταλικό Λιμενικό. Βάσει συμφωνιών που είχε συνάψει η Ιταλία με τη Λιβύη ανάμεσα στο 2007 και 2009, οι ιταλικές αρχές επιβίβασαν τους μετανάστες στο σκάφος τους και, ώσπου να πεις «κύμινο», τους μετέφεραν στην Τρίπολη όπου και τους έκαναν δωράκι στην αστυνομία του Καντάφι. Ενώπιον του ΕΔΔΑ, οι προσφεύγοντες προέβαλαν ότι αυτή η πρακτική των ιταλικών αρχών ήταν αντίθετη με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, διότι επαναπροωθώντας τους ως πακέτο στη Λιβύη οι ιταλικές αρχές τούς είχαν εκθέσει στον κίνδυνο βασανιστηρίων και εξευτελιστικής μεταχείρισης. Σημειωτέον ότι δύο από τους προσφεύγοντες απεβίωσαν, υπό άγνωστες συνθήκες, μετά τη μεταφορά τους στη φιλόξενη Λιβύη.
Το πρώτο ενδιαφέρον ζήτημα που εγείρει η Hirsi είναι η χωρική εφαρμογή της Σύμβασης. Γιατί να είναι υπεύθυνες οι ιταλικές αρχές, αφού η συλληψη των μεταναστών είχε λάβει χώρα στην ανοιχτή θάλασσα, εκτός δηλαδή της ιταλικής επικράτειας; Εφαρμόζοντας την πρόσφατη νομολογία Al-Skeini και Al-Jedda v. UK (2011) το ΕΔΔΑ τόνισε ότι, αν και οι ιταλικές αρχές βρίσκονταν εκτός ιταλικού εδάφους, είχαν ασκήσει έλεγχο και εξουσία στους προσφεύγοντες και άρα οι επίδικες πράξεις έπρεπε να τους καταλογιστούν. Το ωραίο είναι ότι ενώπιον του ΕΔΔΑ η Ιταλία υποστήριξε πως σκοπός της επιχείρησης δεν ήταν να μπουζουριάσουν τους προσφεύγοντες αλλά να τους διασώσουν! Το ΕΔΔΑ δεν έφαγε την προσποίηση και απάντησε ότι σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας, το σκάφος που βρίσκεται σε ανοιχτή θαλασσα υπόκειται στο δίκαιο του κράτους του οποίου φέρει τη σημαία. Συνεπώς, από τη στιγμή που οι προσφέυγοντες βρίσκονταν στο σκάφος του ιταλικού λιμενικού, την ευθύνη για την τύχη τους και, συνακόλουθα, την ευθύνη ως προς το σεβασμό της ΕΣΔΑ έφερε de facto και de jure η Ιταλία. Το βασικό ενδιαφέρον αυτού του συλλογισμού είναι ότι, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης το ΕΔΔΑ καταλήγει και σε εφαρμογή του άρθρου 4 του 4ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου, διάταξης που απαγορεύει τις μαζικές απελάσεις. Το Τμήμα ευρείας σύνθεσης θεώρησε για πρώτη φορά ότι η εξωεδαφική (extraterritorial) eφαρμογή της Σύμβασης περιλαμβάνει και την προαναφερθείσα διάταξη. Για να το κάνει αυτό προέβη σε ιστορική και τελολογική ερμηνεία του άρθρου 4 του 4ου Πρωτοκόλλου και, γεγονός αξιοσημείωτο, ενεργοποίησε την ερμηνεία της Σύμβασης ως "ζωντανού κειμένου". Το ΕΔΔΑ αναφέρθηκε στη σημερινή πραγματικότητα της μετανάστευσης, υπογραμμίζοντας ότι ένα σημαντικό τμήμα των μεταναστών επιχειρούν να εισέλθουν στην Ευρώπη μέσω θαλασσίων οδών. Αν λοιπόν η απαγόρευση μαζικών απελάσεων περιοριζόταν σε αυτές που συντελούνται αποκλειστικά από την επικράτεια του εγκαλούμενου κράτους, τότε θα βρισκόταν αυτομάτως εκτός του πεδίου εφαρμογής αυτής της διάταξης ένα σημαντικό κομμάτι μεταναστευτικής δραστηριότητας (και άρα αντίθετων με τη Σύμβαση ενεργειών των κρατών) που συντελείται στην ανοιχτή θάλασσα. Με άλλα λόγια, το ΕΔΔΑ θεώρησε ότι δεν είναι ανεκτή ερμηνεία της Σύμβασης, η οποία θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρακάμπτουν τον σκοπό του άρθρου 4 του 4ου Πρωτοκόλλου και να νίπτουν δήθεν τας χείρας τους, επειδή η μαζική επαναπροώθηση των αλλοδαπών θα συντελείται σε ένα ιδιότυπο no man's land. Η σκέψη αυτή του Τμήματος ευρείας σύνθεσης στην §177 της απόφασης είναι πολύ σημαντική και, κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, αποτελεί και τη βασική συμβολή της Hirsi.
Η διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 3 της Σύμβασης συνοδεύεται επίσης από ενδιαφέρουσες σκέψεις. Το ΕΔΔΑ τόνισε ότι, δεδομένης της τραγικής κατάστασης στη Λιβύη ως προς την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων (ευρύχωρες φυλακές με δορυφορική τηλεόραση, σάουνες και σπέσιαλ περιποίηση από την προσωπική φρουρά του Καντάφι), οι ιταλικές αρχές όφειλαν να επιδείξουν ιδιαίτερη επιμέλεια ως προς τη μεταχείριση των προσφευγόντων. Έτσι, το επιχείρημα του ιταλικού κράτους ότι οι προσφεύγοντες δεν απέδειξαν ενώπιον του ΕΔΔΑ τι ακριβώς μεταχειρίση τους επιφυλασσόταν στη Λιβυη δεν έγινε δεκτό. Κατά το Τμήμα ευρειας σύνθεσης, οι ίδιες οι ιταλικές αρχές έπρεπε να λάβουν υπ΄όψη τους τη συστηματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λιβύη και να ενδιαφερθούν για την πιθανή αίτηση από τους προσφεύγοντες για χορήγηση ασύλου. Παρατηρούμε δηλαδή ότι κατά κάποιον τρόπο το ΕΔΔΑ μεταστρεφει στο σημείο αυτό το βάρος απόδειξης και το μεταφέρει στο εγκαλούμενο κράτος. Επίσης, οι ιταλικές αρχές έφεραν την ευθύνη για την πιθανή απέλαση των προσφευγόντων στη Σομαλία και την Ερυθραία, όπου ήταν λίαν πιθανό οι ίδιοι να γίνουν αντικείμενο απάνθρωπης μεταχείρισης. Σημειώνουμε εδώ ότι με τον τρόπο αυτό η προστασία του άρθρου 3 καλυπτει όχι μόνο την πιθανή κατάσταση των προσφευγόντων στον άμεσο προορισμό της επαναπροώθησης, δηλαδή τη Λιβύη, αλλά και τον επόμενο προορισμό τους, δηλαδή τα τρίτα κράτη της Σομαλίας και Ερυθραίας. Σημαντικό επίσης είναι ότι η απόφαση του Τμήματος ευρείας σύνθεσης ήταν ομόφωνη.